ακολουθεί διάλογος μεταξύ δύο πηγαδιών απύθμενης βλακείας:
- ο εγωισμός μου πέφτει κι εγώ του ρίχνω νέφτι λέμε..
- νομίζω αυτό το νέφτι είναι και το μοναδικό μπουκάλι που έμεινε άθικτο στο σπίτι σου...
- άθικτο; άθικτο; όλα σε κούτες είναι πάλι. θυμάσαι που ξαναμετακόμισα;
- α...ε μπερδεύτηκα. πόσες φορές το χρόνο μετακομίζεις;
- δεν ξέρω. σημασία έχει που στο τέλος σου λείπουν όλοι εκείνοι που δένεσαι μαζί τους.
- εμένα μια φορά μου έλειπαν απ' όταν ήμασταν μαζί, από τον οκτώβρη θυμάμαι. και χωριστήκαμε δεκέμβρη.
- τραγικό. και ξέρεις τι είναι χειρότερο...να μη θυμάσαι πώς συνεχίζονται οι ζωές όλων αυτών που αγαπάς και σου λείπουν. να μην ξεκόβεις επειδή θες, αλλά επειδή έτσι τα φέρνει ο καιρός.
- λες αυτό που δεν τους συναντάς για να σε λένε τ' ασήμαντα τα καθημερινά;
- που μια μπλούζα κάποιου ξέβαψε από νέφτι ας πούμε.
- δε θέλω να με ρωτήσει κανείς ποτέ "τα νέα σου;"...
That can only mean one thing.And I don't know what that is...
Τετάρτη 29 Δεκεμβρίου 2010
Τρίτη 7 Δεκεμβρίου 2010
Παρασκευή 26 Νοεμβρίου 2010
25 λεπτά πριν το σαββατοκυριακο
Ήταν μια ήσυχη και βροχερή νύχτα.
Άνοιξε την βιτρίνα που φύλαγε το πολύτιμο μοβ καπέλο της,
το επεξεργάστηκε για λίγο κι άρχισαν να περνάνε οι αναμνήσεις μπροστά από τα μάτια της. Πήγε να δακρύσει μα συγκρατήθηκε, πήγε να γελάσει μα δεν ήτανε σωστό. Το φόρεσε με μία αποφασιστική κίνηση και βγήκε έξω στη βροχή χωρίς δεύτερη σκέψη. Τόσα χρόνια το φύλαγε μέσα σε εκείνη τη βιτρίνα και το έβγαζε για εξαιρετικές περιστάσεις, που πάντα περιελάμβαναν τρίτα άτομα. Δεν είχε τολμήσει ποτέ να το βάλει επειδή απλά έτσι της έκανε κέφι ένα απόγευμα, πόσο δε μάλλον μια νύχτα σα κι αυτή.
"Από ποιόν το φύλαγα ? Από τον εαυτό μου?"
Σκέφτηκε .. και τρόμαξε στην ιδέα αυτή, που όσο περνούσε η ώρα της φαινόταν αρκετά πραγματική.
Μετά τη βροχή ήρθε το χιόνι και μετά από αυτό πρασίνισε η γη κι ήρθε και κάποια στιγμή η ώρα του Θεριστή..αλλά δεν είχε σκοπό να γυρίσει σπίτι.
Το χε πάρει απόφαση ότι θα το λιώσει το παλιοκαπέλο να μην έχει πια να προσέχει τίποτα. Περνούσαν οι μήνες και το καπέλο δεν πάθαινε τίποτα..
Μόνο η ίδια μεγάλωνε κι ο κόσμος συνέχιζε να γυρίζει..
Ώσπου ήρθε ακόμα μια ήσυχη και βροχερή νύχτα και πήρε τη μεγάλη απόφαση του γυρισμού, χορτασμένη από εικόνες και χρώματα και μυρωδιές κι αισθήσεις. Το καπέλο γύρισε μαζί της αλώβητο, αλλά δεν το ξανάβαλε ποτέ στην βιτρίνα κι όποτε της έκανε κέφι το φορούσε κι έβγαινε.
Κάπως έτσι.
Λέω και εγώ να βγω, ξεκιναει το πσκ. Μπορεί να μην μου βρίσκεται τίποτα μωβ να βάλω αλλά θα βολευτώ με το "λαδί" που έτσι κι αλλιώς πάει με το μωβ!!!!
Άνοιξε την βιτρίνα που φύλαγε το πολύτιμο μοβ καπέλο της,
το επεξεργάστηκε για λίγο κι άρχισαν να περνάνε οι αναμνήσεις μπροστά από τα μάτια της. Πήγε να δακρύσει μα συγκρατήθηκε, πήγε να γελάσει μα δεν ήτανε σωστό. Το φόρεσε με μία αποφασιστική κίνηση και βγήκε έξω στη βροχή χωρίς δεύτερη σκέψη. Τόσα χρόνια το φύλαγε μέσα σε εκείνη τη βιτρίνα και το έβγαζε για εξαιρετικές περιστάσεις, που πάντα περιελάμβαναν τρίτα άτομα. Δεν είχε τολμήσει ποτέ να το βάλει επειδή απλά έτσι της έκανε κέφι ένα απόγευμα, πόσο δε μάλλον μια νύχτα σα κι αυτή.
"Από ποιόν το φύλαγα ? Από τον εαυτό μου?"
Σκέφτηκε .. και τρόμαξε στην ιδέα αυτή, που όσο περνούσε η ώρα της φαινόταν αρκετά πραγματική.
Μετά τη βροχή ήρθε το χιόνι και μετά από αυτό πρασίνισε η γη κι ήρθε και κάποια στιγμή η ώρα του Θεριστή..αλλά δεν είχε σκοπό να γυρίσει σπίτι.
Το χε πάρει απόφαση ότι θα το λιώσει το παλιοκαπέλο να μην έχει πια να προσέχει τίποτα. Περνούσαν οι μήνες και το καπέλο δεν πάθαινε τίποτα..
Μόνο η ίδια μεγάλωνε κι ο κόσμος συνέχιζε να γυρίζει..
Ώσπου ήρθε ακόμα μια ήσυχη και βροχερή νύχτα και πήρε τη μεγάλη απόφαση του γυρισμού, χορτασμένη από εικόνες και χρώματα και μυρωδιές κι αισθήσεις. Το καπέλο γύρισε μαζί της αλώβητο, αλλά δεν το ξανάβαλε ποτέ στην βιτρίνα κι όποτε της έκανε κέφι το φορούσε κι έβγαινε.
Κάπως έτσι.
Λέω και εγώ να βγω, ξεκιναει το πσκ. Μπορεί να μην μου βρίσκεται τίποτα μωβ να βάλω αλλά θα βολευτώ με το "λαδί" που έτσι κι αλλιώς πάει με το μωβ!!!!
Κυριακή 26 Σεπτεμβρίου 2010
Τετάρτη 25 Αυγούστου 2010
back (in order to leave again) και πάει λέγοντας...
1. υποτίθεται ότι επέστρεψα. έτσι μου είπανε δηλαδή. και το είπανε και πολλοί και δε μπορώ να τους αμφισβητήσω όλους μαζί, αυτά τα κάνω από Οκτώβρη και μετά, καθότι η αντιδραστικότητα είναι κατεξοχήν χειμερινό σπορ. κι όχι μόνο λένε ότι γύρισα αλλά έχουν και απαιτήσεις να θυμάμαι τι είχε γίνει πριν φύγω. άρα, γύρισα. ε ναι, αφού έπρεπε να θυμάμαι μερικές..χεχε...ας πούμε λεπτομέρειες από πριν φύγω, σημαίνει ότι έφυγα. και καθόσον τις ξέχασα σημαίνει ότι γύρισα. λένε. δεν αντιλαμβάνομαι το συνειρμό αλλά είπαμε δε μπορώ να αμφισβητήσω τόσο κόσμο αυτή τη στιγμή.
2. κομμένοι οι καφέδες της επιστροφής. όλο και για κάποιο γάμο θα μιλάνε οι άλλοι κι όταν θα ρθει η σειρά μου να απαντήσω στο όποιο κρίσιμο γαμοερώτημα θα τους πω κάνοντας μπουρμπουλήθρες στο φραπέ "οι κουβέντες σας έγιναν, όχι ξαφνικά, μικροαστικές". και το μόνο σημείο της φράσης στο οποίο θα κολλήσουν όλοι είναι το "όχι ξαφνικά" (έλα τώρα, ποιόν δουλεύεις, αυτό είναι το σημείο που θέλεις να κολλήσουν, το τόνισες και κατάλληλα αφού...εμένα δουλεύω, είναι συνταγματικό μου δικαίωμα).
3. ο Σεπτέμβρης θα έχει καύσωνα. κι όχι μόνο γιατί το έδειξαν τα ημερομήνια αλλά κυρίως γιατί το απαιτώ για επαγγελματικούς λόγους. Κι ας σκάνε 10 εκατομμύρια έλληνες. Τα παιδιά κάτω απ’ το χώμα κατέληξαν να έχουν μεγαλύτερη σημασία απ’ τους από πάνω, οποία ειρωνεία..Αναπόφευκτα βέβαια φτάνουμε στη ρήση «αυτό το χώμα είναι δικό τους και δικό μας» αλλά ποιος γελιέται… μέχρι να πεθάνουμε αυτό το χώμα είναι μόνο δικό τους. Μετά θα το μοιραστούμε. Και θα ρθει κάποιος άλλος, όχι εγώ πάλι, να μας ξεβολέψει. Και θα’ ναι πάλι Σεπτέμβρης. Του 3214. Ίσως και να μην χρειάζεται να είναι Σεπτέμβρης γιατί τότε θα χει καύσωνα όλο το χρόνο. Και τα total stations θα μπούνε τα ίδια στις προθήκες. Και καμία στάχτη δε θα λερώνει το καντράν τους γιατί το κάπνισμα – πόσο μάλλον εν ώρα εργασίας - θα είναι πρωτόγονη συνήθεια.
4. αρχίζω διάβασμα των χρονίως αδιάβαστων βιβλίων που ευδοκιμούν στο συμπαθές έπιπλο. Τότε που δεν είχαμε κρίση την πάθαινα εγώ όποτε έμπαινα σε βιβλιοπωλείο και έκανα κατοχικές προμήθειες. Κάτι ήξερα.. μέσα στο μεγαλεπήβολο αυτό σχέδιο εντάσσεται και η ολοκληρωμένη ανάγνωση του Τέχνη και Ψυχανάλυση. Ας γελάσουμε τώρα οοοοόλοι μαζί, πρώτα θα καταργηθεί η γραφειοκρατία στο δημόσιο και μετά θα αποφασίσω να το διαβάσω ολόκληρο. Επίσης, στο σχέδιο αυτό εντάσσεται και η δεύτερη ανάγνωση του Κουτσού, κάτι ήξερε η blood και το διάβασε ανακατεμένο εξ αρχής… ενώ εγώ που το πήρα με τη σειρά δεν κατάλαβα παναγία. Αλλά …ανάποδος άνθρωπος… μια φορά έπρεπε να κάνω κάτι ανάποδα και το έκανα κανονικά.
5. κομμένη η επικοινωνία μέσω γραπτών μηνυμάτων. Χθες έπρεπε να μου ρθει ένα μήνυμα για να πάμε σινεμά σήμερα. Αντ’ αυτού, ήρθε ένα μήνυμα γραμμένο μια μεγάλη Τρίτη του 2007 που έγραφε «Πάμε για τσίπουρα, για καφέδες, για μπύρες, για νερά, για ότι θες. Δε με νοιάζουν οι υπόλοιποι άνθρωποι. Της κασσιανής δεν είναι σήμερα; Λαμόγιο κι αυτή. Πάμε, κερνάς». Και δεν είναι που αργοπορούν οι δουλειές ή που η ασυνεννοησία πάει σύννεφο με τέτοιο χωροχρονικό μπλοκάρισμα . Είναι που όλο και λιγοστεύουν εκείνοι που μου γράφουν με τέτοιο τρόπο.
6. όταν ξαναφύγω και ξαναπάω πάλι εκεί, δε θα γυρίσω. Μεγάλη κουβέντα. Τα γραπτά λέει μένουν. Το ξέρω. Τα γραπτά και τα παιδιά κάτω απ’ το χώμα. Όλα τα υπόλοιπα μετακινούνται. Και δε φτάνουν ποτέ εκεί που θέλουν. Γκοντάμιτ. (ποιος;;;).
Είπε και μετά μάζεψε πάλι το ταλαιπωρημένο βιός της και ξαναματαμετακόμισε. Γκοντάμιτ ρε.
2. κομμένοι οι καφέδες της επιστροφής. όλο και για κάποιο γάμο θα μιλάνε οι άλλοι κι όταν θα ρθει η σειρά μου να απαντήσω στο όποιο κρίσιμο γαμοερώτημα θα τους πω κάνοντας μπουρμπουλήθρες στο φραπέ "οι κουβέντες σας έγιναν, όχι ξαφνικά, μικροαστικές". και το μόνο σημείο της φράσης στο οποίο θα κολλήσουν όλοι είναι το "όχι ξαφνικά" (έλα τώρα, ποιόν δουλεύεις, αυτό είναι το σημείο που θέλεις να κολλήσουν, το τόνισες και κατάλληλα αφού...εμένα δουλεύω, είναι συνταγματικό μου δικαίωμα).
3. ο Σεπτέμβρης θα έχει καύσωνα. κι όχι μόνο γιατί το έδειξαν τα ημερομήνια αλλά κυρίως γιατί το απαιτώ για επαγγελματικούς λόγους. Κι ας σκάνε 10 εκατομμύρια έλληνες. Τα παιδιά κάτω απ’ το χώμα κατέληξαν να έχουν μεγαλύτερη σημασία απ’ τους από πάνω, οποία ειρωνεία..Αναπόφευκτα βέβαια φτάνουμε στη ρήση «αυτό το χώμα είναι δικό τους και δικό μας» αλλά ποιος γελιέται… μέχρι να πεθάνουμε αυτό το χώμα είναι μόνο δικό τους. Μετά θα το μοιραστούμε. Και θα ρθει κάποιος άλλος, όχι εγώ πάλι, να μας ξεβολέψει. Και θα’ ναι πάλι Σεπτέμβρης. Του 3214. Ίσως και να μην χρειάζεται να είναι Σεπτέμβρης γιατί τότε θα χει καύσωνα όλο το χρόνο. Και τα total stations θα μπούνε τα ίδια στις προθήκες. Και καμία στάχτη δε θα λερώνει το καντράν τους γιατί το κάπνισμα – πόσο μάλλον εν ώρα εργασίας - θα είναι πρωτόγονη συνήθεια.
4. αρχίζω διάβασμα των χρονίως αδιάβαστων βιβλίων που ευδοκιμούν στο συμπαθές έπιπλο. Τότε που δεν είχαμε κρίση την πάθαινα εγώ όποτε έμπαινα σε βιβλιοπωλείο και έκανα κατοχικές προμήθειες. Κάτι ήξερα.. μέσα στο μεγαλεπήβολο αυτό σχέδιο εντάσσεται και η ολοκληρωμένη ανάγνωση του Τέχνη και Ψυχανάλυση. Ας γελάσουμε τώρα οοοοόλοι μαζί, πρώτα θα καταργηθεί η γραφειοκρατία στο δημόσιο και μετά θα αποφασίσω να το διαβάσω ολόκληρο. Επίσης, στο σχέδιο αυτό εντάσσεται και η δεύτερη ανάγνωση του Κουτσού, κάτι ήξερε η blood και το διάβασε ανακατεμένο εξ αρχής… ενώ εγώ που το πήρα με τη σειρά δεν κατάλαβα παναγία. Αλλά …ανάποδος άνθρωπος… μια φορά έπρεπε να κάνω κάτι ανάποδα και το έκανα κανονικά.
5. κομμένη η επικοινωνία μέσω γραπτών μηνυμάτων. Χθες έπρεπε να μου ρθει ένα μήνυμα για να πάμε σινεμά σήμερα. Αντ’ αυτού, ήρθε ένα μήνυμα γραμμένο μια μεγάλη Τρίτη του 2007 που έγραφε «Πάμε για τσίπουρα, για καφέδες, για μπύρες, για νερά, για ότι θες. Δε με νοιάζουν οι υπόλοιποι άνθρωποι. Της κασσιανής δεν είναι σήμερα; Λαμόγιο κι αυτή. Πάμε, κερνάς». Και δεν είναι που αργοπορούν οι δουλειές ή που η ασυνεννοησία πάει σύννεφο με τέτοιο χωροχρονικό μπλοκάρισμα . Είναι που όλο και λιγοστεύουν εκείνοι που μου γράφουν με τέτοιο τρόπο.
6. όταν ξαναφύγω και ξαναπάω πάλι εκεί, δε θα γυρίσω. Μεγάλη κουβέντα. Τα γραπτά λέει μένουν. Το ξέρω. Τα γραπτά και τα παιδιά κάτω απ’ το χώμα. Όλα τα υπόλοιπα μετακινούνται. Και δε φτάνουν ποτέ εκεί που θέλουν. Γκοντάμιτ. (ποιος;;;).
Είπε και μετά μάζεψε πάλι το ταλαιπωρημένο βιός της και ξαναματαμετακόμισε. Γκοντάμιτ ρε.
Κυριακή 1 Αυγούστου 2010
ροδάκινα
Ναι για..τίποτα να μην κινείται, καμιά ρόδα, κανένα ροδάκινο, κανείς τουρίστας.πήξαμε στους τουρίστες κι οι ταξιδιώτες όλο και εκλείπουν..το λένε στην τιβί ολημερίς.."οι τουρίστες κι οι τουρίστες.." πως μιλάς έτσι για τους ανθρώπους; εμένα άμα με λέγανε τουρίστρια δε θα ξαναπατούσα το πόδι μου σ' αυτή τη χώρα..αλλά τόσο την αγαπάω φαίνεται. γι' αυτό και μπαστακώθηκα εδώ χωρίς διάθεση διαφυγής. εδώ θα θαφτούμε, εδώ. κάτω από σκόνη ηφαιστειακή. αν είναι δηλαδή να μας τελειώσει η χώρα ας τελειώσει καλοκαιριάτικα που οι μισοί θα βουλιάζουν στις παραλίες κι οι άλλοι μισοί στα κλιματιστικά και κανείς δε θα το πάρει χαμπάρι.πολύ μάλλον την αγαπάω αυτή τη χώρα..εγώ και ο ζαν πωλ γκωτιέ, ο τελευταίος εν ζωή φιλέλληνας..
τα πουλάκια λένε ότι σαν τη χαλκιδική πουθενά. αλλά αυτό το λέμε όλοι έτσι, αναμετάξυ μας, για ξεκάρφωμα, για να θυμόμαστε ότι οι ομορφιές μπορεί να κρύβονται και κοντά στο σπίτι. αλλά ξέρω κάτι ομορφιές τόσο μακρινές - στον ίδιο πλανήτη ντε.. - που δεν έχουν και βαπόρια να σε πάνε. λόγω κρίσης φαίνεται. αυτή η κρίση τους οδηγεί όλους να δημιουργούν πληρότητα 100% στα νησιά. και δεν εννοώ τη μύκονο. στη μύκονο δε σε πάνε βαπόρια, σε πάνε χάι σπιντ. άντε ας φάμε κανένα ροδάκινο μέχρι να βρούμε βαπόρι. απ' τα χαλασμένα.όχι τα βαπόρια, τα ροδάκινα.
τα πουλάκια λένε ότι σαν τη χαλκιδική πουθενά. αλλά αυτό το λέμε όλοι έτσι, αναμετάξυ μας, για ξεκάρφωμα, για να θυμόμαστε ότι οι ομορφιές μπορεί να κρύβονται και κοντά στο σπίτι. αλλά ξέρω κάτι ομορφιές τόσο μακρινές - στον ίδιο πλανήτη ντε.. - που δεν έχουν και βαπόρια να σε πάνε. λόγω κρίσης φαίνεται. αυτή η κρίση τους οδηγεί όλους να δημιουργούν πληρότητα 100% στα νησιά. και δεν εννοώ τη μύκονο. στη μύκονο δε σε πάνε βαπόρια, σε πάνε χάι σπιντ. άντε ας φάμε κανένα ροδάκινο μέχρι να βρούμε βαπόρι. απ' τα χαλασμένα.όχι τα βαπόρια, τα ροδάκινα.
Κυριακή 13 Ιουνίου 2010
μας
Στο νότιο ημισφαίριο κατοικεί ο Μαγγελάνος. Κι ο κόσμος του παραμορφώνει το δικό μας. Κι ο ένας εξοντώνει τον άλλον σαν άσπονδοι φίλοι. Κι αναρωτιέσαι που είναι η αλήθεια. Και τι κυνηγάμε όλοι. Κι αν όσα κυνηγάμε είναι τόσο άπιαστα και μακρινά σαν το Μαγγελάνο και τα νεφελώματα του. Κι αν είναι άπιαστα, το ξέρουμε. Το ξέρουμε πια. Και γι’ αυτό κυνηγάμε. Για να μη σκοτώσουμε κανενός το όνειρο και να ανασταίνουμε το δικό μας. Μας… Πόσο λείπει ο πληθυντικός, αυτός που δένει τους ανθρώπους όπως οι βραδινές κουβέντες. Αυτός που αλλάζει τις μέρες και τις εποχές. Σαν μονότονος ήχος που σκαλίζει μια πληγή. Σαν φώτα που τρέμουν από μια απέναντι ακτή που δεν έχει πάει κανείς μας. Μας.. εδώ, όλοι, να μη λείπει ούτε ο ίσκιος μας. Και να σχηματίζουν οι ζωές ούτε κύκλους, ούτε ευθείες ούτε τεθλασμένες. Ασυνάρτητα και παράξενα κι αφηρημένα σχήματα που διαβάζονται τα ίχνη τους για λίγο, για όσο. Και μετά χάνονται. Και μετά ξανασυναντιούνται οι τροχιές και πέφτουν η μια πάνω στην άλλη. Πως το λένε αυτό στα μαθηματικά; Pollock. Jackson.
Όταν ξανασυναντηθούμε θα ’μαστε λίγο πιο εμείς, λίγο πιο απ’ τον έναν στον άλλο. Όταν ξανασυναντηθούμε θα γνωριστούμε σαν ταξιδιώτες που έλειπαν αιώνες και βρίσκουν στην άκρη του χρόνου σκουριασμένα κλειδιά για το άδειο μας σπίτι.
Όταν ξανασυναντηθούμε θα ’μαστε λίγο πιο εμείς, λίγο πιο απ’ τον έναν στον άλλο. Όταν ξανασυναντηθούμε θα γνωριστούμε σαν ταξιδιώτες που έλειπαν αιώνες και βρίσκουν στην άκρη του χρόνου σκουριασμένα κλειδιά για το άδειο μας σπίτι.
Σάββατο 13 Μαρτίου 2010
Χωρίς νόημα (κατά το χωρίς τίτλο: αν είμασταν στο μεσοπόλεμο θα έκανα μοντέρνα τέχνη με δυο λέξεις)
Το ενδιάμεσο διάστημα που βάζεις πλυντήρια, που αλλάζεις βαλίτσες, που γεμίζεις χαρτοκούτια, που πετάς σαβούρα. τι ωραία λέξη. μαζί με τη σαβούρα πετάς και μερικά χρήσιμα. και αναντικατάστατα. άρχισα να γράφω μικρές προτάσεις. έχασα τους συνδέσμους με τους οποίους έχω εμμονή. δεν έχω τίποτα να γράψω, απλά κυκλοφορώ. ούτε καμιά εμπνευσμένη μαλακία. ούτε καμιά περίεργη αληθινή ιστορία. τις κατάπιε η μνήμη. μπορεί απλά να έγιναν πολλές για να τις χωρέσει ένα μυαλό. κάνω γκριμάτσες συγκατάβασης και μιλάω με το τσιγάρο στο στόμα. οι καπνιστές δε καταλαβαίνουν τι λέω και συνεννοούμαι με τους μη καπνιστές, τι να πεις...τις προάλλες έτρωγα σ' ένα κινέζικο και πέρασε απ' έξω ένας παππούς καβάλα σ' ένα μουλάρι. και πως γίνεται το κορίτσι ενός ολλανδικού πίνακα να μοιάζει με έναν γνωστό μου μπάρμαν κι ένας ελεγκτής εναέριας κυκλοφορίας με ένα θείο μου...δε θα 'πρεπε να μοιάζουν οι άνθρωποι. δε θα 'πρεπε να θυμίζουν τίποτα άλλο παρά τον εαυτό τους. ξέρω ότι πάμε όλοι κάπου μ' έναν ασύνδετο τρόπο, πολύ χαριτωμένο, πολύ αλλοπρόσαλλο Ανερμάτιστο. κάποια στιγμή θα ελέγξω την εμμονή μου μ' αυτή τη λέξη. και κάποια στιγμή σκέφτομαι ν' αρχίσω να βγάζω κάποιο νόημα. ναι, ναι..μια μέρα θα γίνει καθημερινότητα όπως την εννοεί το λεξικό.
Δευτέρα 18 Ιανουαρίου 2010
τι τον θες τον τίτλο, εδώ λέμε εξαυλωνόμαστε..
υπάρχει πάντα μια βαλίτσα μισογεμάτη σε κάποιο σημείο του σπιτιού για την ώρα ανάγκης. η ώρα ανάγκης έρχεται τρεις με τέσσερις φορές τη μέρα. σαν τα γεύματα των άλλων. σαν τα χάπια των αρρώστων. τα χάπια κοστίζουν. ο καπνός ακριβαίνει. τα ποτά ακριβαίνουν. οι φίλοι πίνουν στην υγεία της τελευταίας νύχτας φτηνού αλκοόλ. που αργεί ακόμα κι έτσι είναι πια δέκα μέρες που πίνουμε στην υγεία κάποιας στιγμής που δεν ήρθε ποτέ. το ποτέ είναι φτηνιάρικη λέξη. οι λέξεις είναι δόλιες. οι φίλοι τις ανακατεύουν σε επικίνδυνα κι αδοκίμαστα κοκτέιλς. ο μπάρμαν μας δουλεύει. εμείς τον βάφουμε με αδιάβροχα χρώματα. τα χρώματα δεν συνδυάζονται, τα μαλλιά μου αλλάζουν χρώματα περιμένοντας την άνοιξη. η άνοιξη πήγε για τρίφυλλο. οι φίλοι το ίδιο. οι φίλοι αρρωσταίνουν. οι φίλοι κοιμούνται. ο ύπνος σκοτώνει τις συνειδήσεις. οι δρόμοι κλείνουν. οι αγρότες κατεβάζουν τα τρακτέρ. τα τελωνεία κατεβάζουν ρολά. τα αεροδρόμια οδηγούν σε παγωμένους τόπους. οι πόλεις μου γνέφουν. η βαλίτσα μου κλαίει.
ανοίχτε τους δρόμους. άμα έχεις συνηθίσει να φεύγεις οφείλεις να το κάνεις ακόμα κι όταν δεν θέλεις.
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)