Ύπνος στην αιώρα στο μπαλκόνι το βράδυ, σαββόπουλος στο ραδιόφωνο να τραγουδάει το «καλοκαίρι» κι εσύ να ταβανιάζεσαι με μισόκλειστα παντζούρια στις 5 το απόγευμα, αγώνες ποδοσφαίρου στις βεράντες με καθυστέρηση ήχου από τηλεόραση σε τηλεόραση, το κωλοκούνουπο να σε τσιμπάει στο μικρό δάχτυλο του ποδιού, επαναλήψεις στην tv, ένα ροδάκινο για μεσημεριανό γιατί απλούστατα βαριέσαι να μαγειρέψεις, μη σου πω και να φας, διακοπή ρεύματος τη μέρα που αγόρασες ένα πεντόκιλο παγωτό που το είχε προσφορά το μάρκετ, ανεμιστήρες οροφής στο haven, απεργίες των σκουπιδιάρικων, bacardi breezer μετά το μεσημεριανό για ζέσταμα μέχρι το βραδάκι, ένα μηχανάκι να σκίζει τη μεσημεριανή ραστώνη της γειτονιάς, ΔΗΠΕΘΕ σε τουρνέ στην επαρχία, τρία προσκλητήρια γάμων στους οποίους δε θα πας, άλλες τόσες κηδείες γιαγιάδων στις οποίες θα πας (σοβαρά τώρα, αφού στις κηδείες έχει πιο πολύ γέλιο..), θερινά σινεμά με χαλικάκια να σκαλώνουν στα παπούτσια, τοπογράφοι με θεοδόλιχους στα πανεπιστήμια και φοιτήτριες αγγλικής να ποζάρουν νομίζοντας ότι πρόκειται για φωτογραφική μηχανή περασμένων αιώνων.., ένα κιλό κεράσια
δύση στο λιμάνι κάτω απ’ τις ομπρέλες, Θανάσης στο θέατρο Δάσους…
Α, κι αυτά..
Θεσσαλονίκη-Αθήνα σε 8 ώρες χωρίς τσιγάρο με τον καρβουνιάρη κι οχτώ συνεχόμενα στριφτά στο σταθμό Λαρίσης, άπνια στα φράγκικα και δεκατρείς μουσικές να γίνονται μία ανάμεσα στα τραπεζάκια, ορδές ροδαλών βορείων σε πόλεις και νησιά, άλλες ορδές φοιτητών με παρδαλές βερμούδες και οχτώ πεντόλυτρα ζελέ στο μαλλί στα τρένα, πιο άλλες ορδές φοιτητριών με λαχανί σκουλαρίκια, πλουμιστά χαϊμαλιά, ισιωμένο μαλλί κομμωτηρίου και αδιάβροχο μακιγιάζ (για μπάνιο όλα αυτά), μποτιλιάρισμα στο δρόμο για Χαλκιδική, απλωμένα μαγιό στα σύρματα και μια καλοκαιρινή μπόρα με το που επιστρέφεις απ’ τη θάλασσα, , τσιγάρα με αλμυρή γεύση μετά τις βουτιές, δεκαεννιά βότσαλα από τη Σαμοθράκη, τέσσερις το πρωί αυθόρμητο αλλά ταυτόχρονο εγερτήριο για το Q στην Αμοργό, ταξίδι με τον άρχοντα του Αιγαίου, το Σκοπελίτη (ποια Δημητρούλα και Ρομίλντα κι αηδίες..κλάσης ανώτερος!), τρεις το χάραμα καταμεσής του Αιγαίου, καμιά δεκαριά ξάγρυπνοι πάνω στο καράβι κι ο μπάρμαν να σερβίρει την άγονη γραμμή, ταμπέλες με ρουμςτουλετ σε καταλύματα ‘εμπνευσμένα’ από την παραδοσιακή αρχιτεκτονική ή σε απομεινάρια της αρχιτεκτονικής της χούντας, βανίλια υποβρύχιο στην πλατεία στη Σέριφο, φυσικές τζίβες στα μαλλιά απ’ τον αέρα και το αλάτι, μωρά ασβεστωμένα απ’ το αντηλιακό στις παραλίες, νεκρές πόλεις τον Αύγουστο, συνταρακτική ησυχία στο Μπλε Λιμανάκι στην Αστυπάλαια, πανσέληνος του Αυγούστου σε άδειες παραλίες, χταπόδια να λιάζονται στα σύρματα στις ψαροταβέρνες, πλαστικές καρέκλες παρατημένες στον ήλιο να σπάνε πάνω στο κατάστρωμα έξω απ’ το λιμάνι της Τήνου, λατρεμένες επιδαύριες δηθενιές, Παγασητικός τη νύχτα με δεκάδες φωτισμένες βάρκες για ψάρεμα..
Ωχ…είναι και δουλειά…
μπίχλα ατελείωτη στην ανασκαφή και τρανζιστοράκι με επιλογές από τη λούμπεν εργατειά. Αγαπημένη στιγμή, στις εφτάμισι το πρωί το πουκάμισο το θαλασσί και καπάκι στο άδειο μου πακέτο..,αυτοσχέδιοι φραπέδες στην ανασκαφή, στάχτη απ’ το τσιγάρο να λερώνει την κάτοψη, αρχιτέκτονες και τοπογράφοι να ανταλλάσσουν κακίες (αηδία έχετε καταντήσει παιδιά..)
Μπορεί κι αυτά…
να μυρίζει καρύδα και άμμο το λεωφορείο
να πιστεύεις ειλικρινά ότι παίρνεις βιταμίνες από το αβάνα κλουμπ ανανά..
να ξεκινάς κάθε χρόνο για Αμοργό αλλά περιέργως να’χεις να πας κάτι χρόνια
να ξεφορτώνει το καράβι κουρασμένους κατασκηνωτές στην Αιγιάλη κι εσύ να είσαι στην έκτη μπύρα και να σε πιάνει ένας οίκτος, μια συμπόνοια και μια μελαγχολία συνάμα – σε μια βδομάδα τα ίδια θα σκέφτονται κι αυτοί για τους επόμενους..
να φτιάχνεις βαλίτσα τελευταία στιγμή και φυσικά να ξεχνάς πάντα κάτι σημαντικό
να βρίσκεις πετραδάκια και φύκια στα βιβλία απ’ το περασμένο καλοκαίρι
να ξεκινάς με το σκυλοπνίχτη από Θεσσαλονίκη για Κυκλάδες
να ψάχνεις τα σανδάλια στο πατάρι και να βρίσκεις ένα στρώμα θαλάσσης από τότε που ήσουν δώδεκα χρονών
να ξεκινούν οι κουβέντες με «-τι νέα; - τα ίδια μωρέ..» κι αυτά τα ίδια να φτάνουν να καλύψουν κόσμους, να φτάνουν για πολεμοφόδια..
να λιώνουν τα παγάκια για το τσίπουρο με το που φτάνουν στο τραπέζι
να αδειάζεις μπουκάλια εμφυαλωμένου στο κεφάλι σου περπατώντας στους δρόμους της πόλης
να μπαίνεις στην τράπεζα μόνο και μόνο γιατί έχει ισχυρό κλιματισμό
να απλώνεις μπουγάδα και σε τρεις ώρες τα ρούχα να είναι έτοιμα
να σε παίρνουν τηλέφωνο την ώρα που λιάζεσαι και να σου λένε «εδώ αυτές τις μέρες έβρεχε..»
να μισοκλείνεις τα μάτια γιατί σε θαμπώνει η τόση ομορφιά του κόσμου
να λείπουμε ο ένας στον άλλον, κι εμείς απ’ τον κόσμο...
(Άμα θυμάστε κάτι ακόμα ενημερώστε)
That can only mean one thing.And I don't know what that is...
Κυριακή 17 Μαΐου 2009
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
2 σχόλια:
Φακ!
Ακόμα εδώ είστε;
Εγώ σχεδόν έφυγα (με τον Σκοπελίτη) με την ανάρτησή σας αυτή...
Ακόμα, ακόμα..
κι επειδή θα είμαι για λίγο ακόμα τα γράφω από τώρα για προθέρμανση..
Δημοσίευση σχολίου