That can only mean one thing.And I don't know what that is...


Τετάρτη 16 Ιουλίου 2008

Βγήκε ο αέρας τσάρκα με τη Ματούλα

Σηκώθηκε αέρας, τα φύλλα τραγουδάν, τα λουλούδια μοιράζουν φιλιά, οι φούστες χορεύουν στο άγγιγμά του, το πέπλο της πόλης υποχωρεί κι ο ουρανός της χαμογελά σκανταλιάρικα φυλλάγοντας όμως πονηρά το μυστικό του, το κοριτσάκι με τις πλεξούδες πατάει στις μύτες σαν μπαλαρίνα ενώ οι υπόλοιποι έξι γεμίζουν τισ τσέπες της με ελαφρόπετρα
Της άρεσε της Ματούλας ο αέρας, εκτός των άλλων τις έδινε ένα άλλοθι για τα δακρυσμένα μάτια τα οποία συνοδευόμενα από ένα κόκκινο χαμόγελο καθησύχαζαν τις "ανησυχίες" του κόσμου.
Όταν εβγαινε τσάρκα τέτοιος αέρας η Ματούλα έβαζε ένα κόκκινο φόρεμα με δυο κορδέλες που αν και προοριζόταν για να φτιάχνουν ένα φιόγκο αυτή της έδενε στο πλάι να ανεμίζουν και να χαϊδεύουν τον αέρα για να τον καλοπιάσουν και να τον κάνουν να μείνει κοντά της πιο πολύ.
Έβγαινε λοιπόν στον δρόμο, σε εκείνον τον δρόμο με τα πελώρια πράσινα δέντρα δεξιά και αριστερά και άρχιζε τις σβούρες. Στον αέρα άρεσαν τόσο πολύ οι σβούρες της Ματούλας με το κόκκινο φουστάνι και τις κορδέλες που τον χαϊδευαν που την έπαιρνε αγκαλιά..αλλά μετά από λίγο την ξαναάφηνε πίσω στον δρόμο για να μπορεί να την βλεπει να χορεύει αυτόν τον μονότονο για τους άλλους χορό.
'Ετσι κυλούσε η ώρα με την Ματούλα μια στον ουρανό και μια στη γη με τον αναποφάσιστο ουρανό που δεν μπορούσε να διαλέξει ανάμεσα στην εικόνα της και στην αγκαλιά της.
Κυλούσε η ώρα μέχρι που Ματούλα και αέρας κουράζονταν και ζαλίζονταν από τις σβούρες και τότε ο αέρας αποφασισμένος πλέον και χορτάτος αγκαλιές και σβούρες την ανέβαζε στην πλάτη του και την πήγαινε βόλτα στον πιο ψηλό βράχο πάνω από την πόλη όπου ανθρώπου πόδι δεν είχε πατήσει, εκτός από αυτά της Ματούλας βέβαια.
Κάθονταν οι δυό τους εκεί πολλές ώρες και τον αέρα τον έπιανε μια φλυαρία τόσο διασκεδαστική για την Ματούλα. Η Ματούλα γελούσε κι ο αέρας μιλούσε μιλούσε μιλούσε..η Ματούλα δάκρυζε και γελούσε κι ο αέρας μιλουυυυύσε. Η κάπα του αέρα βέβαια δεν ήταν πιστή στην Ματούλα και έπαιζε μπερδεύοντας τα κρόσια της στα στενά της πόλης. Κι η Ματούλα που την έβλεπε με την άκρη του ματιού της, της έριχνε τσιμπιές δυνατές και τότε η κάπα μαζεύονταν πάλι στον βράχο και της ανακάτευε παιχνιδιάρικα τα μαλλιά. Έτσι στα στενά της πόλης μια λικνίζονταν τα φύλλα και χόρευαν τα "έκπτωτα" φύλλα και μια έπεφταν ξανά απαλά στο δρόμο σα νιφάδες χιονιού, γι αυτό και οι άνθρωποι εκεί φώναζαν κι αυτοί τον αέρα αναποφάσιστο..και κουνούσαν αποδοκιμαστικά το κεφάλι τους, οι αδαείς!
Κι ύστερα ο αέρας χορτάτος αγκαλιές και σβούρες παραδομένος στο γέλιο της Ματούλας κατέληγε να αποκοιμηθεί εκεί στον βράχο αφού το γέλιο της τον νανούριζε..
Κι η Ματούλα ξέμενε εκεί πάνω στον βράχο με έναν αέρα κουλουριασμένο πάνω στα γόνατα και μέσα στην αγκαλιά της ενώ η νύχτα είχε πέσει ολόγυρά της και όσο κι αν φώτιζε το φεγγάρι για χάρη της δεν ήταν εύκολο να κατέβει από τον βράχο μόνη της χωρίς το μεταφορικό της της πλάτη του αέρα.
Μα αντί να του ρίξει μια γερή τσιμπιά να ξυπνήσει και να την κατεβάσει καθόταν εκεί και του χάιδευε την πλάτη και του σιγοτραγουδούσε

Αν ήσουν αγγελούδι μου
στα χέρια μου πεσμένο,
το χάδι μου θα σ' έντυνε
με ρούχα φιλντισένια.

Κι αν ήσουνα μωρό παιδί
του ουρανού κομμάτι,
αστέρια θα φερνα στη γη
με λάμψη να σε λούσουν.

Μα αν ήσουν το λουλούδι μου
ανθός από τα λιβάδια,
θα γέμιζα τον κόσμο σου
με αγάπη να σε θρέφει.


μέχρι ο αέρας να αρχίσει να ονειρεύεται και τότε ξεθώριαζε σιγά σιγά και γινόταν διάφανος και η ανάσα του τον σήκωνε ολοένα και πιο ψηλά..
Η Ματούλα έμενε τελικά στον βράχο μόνη με κόκκινα χαμόγελα αλλά χωρίς άλλοθι χωρίς αέρα, μάζευε το φόρεμα, έδενε τις κορδέλες κι άρχιζε τη δύσκολη κατάβαση γδέρνοντας πόδια και χέρια..
Σώθηκε ο αέρας, τα φύλλα δεν τραγουδάν, τα λουλούδια δεν μοιράζουν φιλιά, οι φούστες δεν χορεύουν , το πέπλο της πόλης ξανακαλύπτει το πρόσωπό της, το κοριτσάκι με τις πλεξούδες δεν πατάει στις μύτες σαν μπαλαρίνα ενώ οι υπόλοιποι έξι αδειάζουν τισ τσέπες της.
Της έφυγε της Ματούλας ο αέρας, της έφυγε και το άλλοθι κι έμεινε μόνο το κόκκινο πάνω της, το φόρεμα , τα χείλη, τα μάτια , τα πατουσάκια και τα δαχτυλάκια της.

3 σχόλια:

BloodByTheJukebox είπε...

"Της άρεσε της Ματούλας ο αέρας, εκτός των άλλων τις έδινε ένα άλλοθι για τα δακρυσμένα μάτια τα οποία συνοδευόμενα από ένα κόκκινο χαμόγελο καθησύχαζαν τις "ανησυχίες" του κόσμου...."
Αν δεις κάποιον στο δρομο δακρυσμένο, σου φαίνεται τόσο περίεργο όσο και όταν βλεπεις κάποιον να περπατάει χαμογελαστός. Αυτός που περπατάει με θυμωμένη όψη ή με κενό βλέμμα είναι η προτεινώμενη αμφίεση. Δεν ενοχλεί, δεν παρεμβαίνει στο βλέμμα σου και τις αναμνήσεις σου. Κι όπως το πέπλο της πόλης είναι υγρασία και καυσαέρια, έτσι και το πέπλο το δικό μας, αυτό που ένα χέρι μας φοράει μόλις περάσουμε την πόρτα και το καρφώνει στα πόδια μας για να μη φέυγει, ειναι η γλοιώδης υγρασία της υποκρισίας και τα καυσαέρια μιας ψυχής που έμεινε στο σπίτι.

Παρασύρθηκα! Μακάρι να φυσούσε έτσι κάθε μέρα...

chaos-monde είπε...

aaaaaaaa exw xasei para polla epeisodia telika.exete ksefugei poulakia mou(me thn kalh thn ennoia panta ;) )...eugeee!!!

neraidoskonismenh..darling είπε...

den 8a mporouses na ta perigrapseis kalytera blood..